Ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νικοπόλεως και Πρεβέζης κ.κ. Μελετίου κατά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής της Ορθοδοξίας
10/3/2009



Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΩΣ ΠΑΡΕΛΑΒΕ
 
(Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, 8.3.2009)



Ἐξοχώτατε κ. Πρόεδρε,
Μακαριώτατε,
Ἅγιοι Πατέρες,
Ἀδελφοί,
Ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν· οὕτω κηρύσσομεν.

Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ὀργανισμός αὐτόνομος. Δέν ἔχει γνώμη καί τοποθέτηση δική της. Οἱ λειτουργοί της (παπᾶς, δεσπότης, σύνο-δος, πατριάρχης) δέν ἔχουν ἐξουσιοδότηση νά λένε ὅ,τι θέλουν. Οὐ κυ-ριεύομεν τῆς πίστεως. Δέν εἴμαστε ἀφεντικά στήν πίστη (Α΄ Πετρ. 5, 3· Β΄ Κορ. 1, 24).

Ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβε. Δέν τήν ἔφτιαξε τήν πίστη της. Δέν εἶναι δική της· δημιούργημά της. Τήν παρέλαβε. Καί τήν ὑπηρετεῖ.

Λέγει ὁ θεοκήρυκας ἀπόστολος: Ἐγώ παρέδωκα ὑμῖν, ὅ καί παρέλαβον· ὅτι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἦλθε στήν γῆ γιά μᾶς. Καί πέθανε γιά μᾶς· γιά τίς ἁμαρτίες μας· καί ἀναστήθηκε γιά μᾶς· γιά τήν δικαίωσή μας (Α΄ Κορ. 15, 3).

Καί ἐμεῖς, Τόν εἴδαμε νά πεθαίνει στόν σταυρό γιά μᾶς. Τόν εἴδαμε ἀναστημένο. Τόν εἴδαμε νικητή τοῦ θανάτου. Τόν εἴδαμε στήν θυσία Του. Τόν εἴδαμε καί στήν δόξα Του τήν θεϊκή. Τόν ἀκούσαμε νά μᾶς λέει τό σχέδιό Του γιά μᾶς· νά μᾶς δίνει τήν εὐλογία Του· τήν εἰρήνη Του. Τόν ζήσαμε. Χορτάσαμε καί χορταίνομε μέχρι σήμερα τήν παρουσία Του. Καί τό καταλάβαμε, ὅτι εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ Θεός τῆς Δόξης (Α΄ Κορ. 15, 1-8).

Ἐμεῖς, λέγει ἐξ ὀνόματος τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἁγία Ἑβδόμη Οἰκου-μενική Σύνοδος, αὐτό παραλάβαμε· καί αὐτό κηρύττομε: ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός.

Καί ἐμεῖς, ἡ Ἐκκλησία Του, σάν στόμα Του, μιλᾶμε στό τώρα, ἀλλά ὄχι μόνο γιά τό τώρα· μιλᾶμε γιά τό πάντοτε· γιά νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων!

Καί ἔχομε χρέος, σέ ὅ,τι καί ἄν κάνωμε, καί σέ ὅ,τι καί ἄν λέμε, πάντοτε τήν ἀναφορά μας νά τήν ἔχωμε σ᾽ Αὐτόν.

Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα. Μεγάλη ἑορτή γιά τόν ὀρθόδοξο λαό μας! Ἑορτή κριτήριο.

Νά τήν τιμᾶτε τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σάν τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα, φωνάζει ἕνας ἅγιος.
* * *


Ἡ ὀρθοδοξία, δέν εἶναι οἱ ἐθνικές μας παραδόσεις. Δέν εἶναι τά ἔθιμα τοῦ λαοῦ μας. Δέν εἶναι τά μνημεῖα τοῦ πολιτισμοῦ του. Δέν εἶναι οἱ εἰκόνες του. Δέν εἶναι ἡ γλῶσσα του!

Ὅλα αὐτά βέβαια, τό κάθε τί πού κηρύττει τήν πίστη στόν Χρι-στό, ἔχουν μιά ἱερότητα. Καί οἱ ἐκκλησίες. Καί τά βιβλία τους. Καί οἱ εἰκόνες τους. Καί οἱ πέτρες τους. Καί τά ξύλα τους.

Στήν χρήση τους γιά τήν λατρεία τοῦ Κυρίου ὅλα αὐτά ἁγιάζονται. Ἀλλά δέν θεανθρωποποιοῦνται.

Δέν εἶναι αὐτά ἡ πίστη. Μαρτύρια εἶναι. Στόματα εἶναι. Ξυπνη-τήρια εἶναι. Μᾶς δείχνουν τήν πίστη. Μᾶς θυμίζουν τήν πίστη. Ἀλλά δέν εἶναι, οὔτε ἡ πίστη· οὔτε μέρος ἀπό τήν πίστη. Μνημεῖα τοῦ πολιτισμοῦ μας εἶναι.

Τά μνημεῖα τοῦ πολιτισμοῦ εἶναι ἐκδηλώματα τῆς πίστης καί τῆς θεοσέβειας τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τους. Ἐκείνης πού τά πα-ρήγαγε. Τίποτε περισσότερο. Μά ἡ ἐποχή ἐκείνη πέρασε. Καί ὁ πολι-τισμός της μαζί. Καί ὄχι μόνο! Καί ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται! Ἕνα μένει. Ὁ Χριστός. Ὁ τῶν αἰώνων ποιητής καί δεσπότης. Καί ὁ λόγος Του.

Δέν εἶναι νοσταλγία γιά τό παρελθόν ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Δέν ἤρθαμε σήμερα στήν Ἐκκλησία, γιά νά κλάψωμε χτυπώντας τό κεφάλι μας σέ κάποιο τεῖχος θρήνων γιά περασμένα μεγαλεῖα, πού ἐχάσαμε!

Δέν μᾶς μιλάει γιά τό παρελθόν ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Γιά τό παρόν μᾶς μιλάει καί γιά τό μέλλον. Δέν πρέπει λοιπόν ἐμεῖς νά νοσταλγοῦμε τήν ἁγιωσύνη καί τό μεγαλεῖο τῶν ἁγίων Βασιλείου καί Ἀντωνίου. Δέν πρέπει νά ζοῦμε, οὔτε μέ τά περασμένα· οὔτε γιά τά περασμένα.

Ἀλλά γιατί;
Λέγει ὁ τρισμακάριος Παῦλος: Ἕν δέ. Γιά ἕνα! Ἕνας πρέπει νά εἶναι ὁ στόχος μας. Ἕνας ὁ πόθος μας. Ξεχνώντας τά περασμένα, νά πηγαίνωμε μπροστά· μέ μοναδικό μας σκοπό καί στόχο νά φθάσωμε στό βραβεῖο τῆς ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ διά Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅσοι οὖν τέλειοι τοῦτο φρονῶμεν (Φιλ. 3, 13-15). Αὐτό πρέπει νά τό βάλωμε μέσα μας βαθειά.

Ἡ πίστη στόν Χριστό εἶναι ἡ ἀπό καταβολῆς κόσμου σχέση μας μέ τόν Θεό. Γι᾽ αὐτό λέμε: Οἱ προφῆται ὡς εἶδον, οἱ ἀπόστολοι ὡς ἐκήρυξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύττομεν Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν.

Ὀρθοδοξία εἶναι παράδοση καί παραλαβή. Εἶναι μιά σχέση ὑπεύθυνη· μιά πράξη προσωπική. Μέσα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας ὁ ἄνθρωπος-μέλος της βιώνει τήν ἀλήθεια καί τήν ἐλευθερία. Καί κη-ρύττει τήν ἀλήθεια μέ σεβασμό στήν ἐλευθερία. Τήν δέχεται μέ ἐλευθερία. Τήν κρατεῖ μέ ἐλευθερία. Τήν μεταδίδει μέ ἀγάπη καί μέ ἐλευθερία.

Τήν ἀληθινή πίστη, τήν πίστη στόν Χριστό, δέν τήν βρίσκει κανείς μόνος του· στοχαζόμενος. Οὔτε τήν ἀνακαλύπτει μέ ἔρευνα. Μιά συνέχεια εἶναι ἡ πίστη. Ἀπό καταβολῆς κόσμου. Κάποιος τήν παραδίδει. Καί κάποιος τήν παραλαμβάνει. Συνέχεια τῆς πίστης μας χωρίς παράδοση καί παραλαβή, πράξεις ἐλεύθερες, δέν γίνεται.

Τήν παραδίδει ὁ Χριστός καί ἐκεῖνοι πού Τόν ἐπίστευσαν· πρό-σωπα συγκεκριμένα. Καί τήν παραλαμβάνουν, ὅσοι θέλουν· ἐκεῖνοι πού τούς νοιάζει νά ἔχει ἡ ζωή τους περιεχόμενο. Καί ὅσο πιό πολύ αὐτό τό ξεχνᾶμε, τόσο πιό πολύ φτωχαίνομε. Καί διαλυόμαστε. Καί ἀτομικά. Καί κοινωνικά.

Ἡ κρίση ἡ οἰκονομική εἶναι μικρό κακό, μπροστά στήν φτώχευ-ση τήν πνευματική· μπροστά στήν πνευματική ἀφασία.
* * *


Σήμερα ζοῦμε σέ μιά «κοινωνία» ἄκρατα ἀνθρωποκεντρική καί ἐνδοκόσμια· αἰχμάλωτη «μέσ᾿ στόν ὑπνόσακκο τῶν ὁρατῶν», ὅπως λέ-ει ὁ ποιητής (Νικ. Καροῦζος).

Βλέπουμε τόν οὐρανό μολυβένιο.
Τίς ἐκκλησίες κτίρια ἄχαρα.
Τίς εἰκόνες ζωγραφιές πού δέν μιλᾶνε πιά.
Τά βιβλία τῆς πίστης μας παράξενα καί ἀκατανόητα.
Τήν πίστη καί τά ἤθη πού ὑπαγορεύει, ἀπάνθρωπα.

Ἀλήθεια καί ἐλευθερία εἶναι οἱ δύο πόλοι τῆς ἀληθινῆς πίστης. Καί εἴτε ἡ ἀλήθεια ὑποτιμᾶται, εἴτε ἡ ἐλευθερία, ἡ θεϊκή τάξη παρα-σαλεύεται. Καί ἡ ζημία πού ἐπακολουθεῖ, ταλαιπωρεῖ τόν ἄνθρωπο.

• Ἡ πίστη μᾶς λέγει: Ὁ Χριστός πρόσφερε τόν ἑαυτό Του θυσία γιά μᾶς. Καί οἱ ἱερεῖς Του, μέ τήν χειροτονία γίνονται μέτοχοί Του. Καί πρέπει νά παραλαμβάνουν τήν πίστη στήν δική Του ἀποστολή καί στήν δική Του θυσία. Ὤ πόσο μεγαλειώδης θά ἦταν ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἄν οἱ κληρικοί της ἀπόπνεαν τήν ὀσμή τῆς γνώσεως, τῆς ἀποστολῆς καί τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ!

Τάχα παράλαβε ἀπό τόν Χριστό τίποτε ὁ ἱερωμένος, πού δέν βλέπει τούς χριστιανούς σάν παιδιά του; πού δέν ἔχει διάθεση θυσίας γιά χάρη τους; Καί τί τάχα θά παραδώσει, ὅταν βλέπει τήν Ἐκκλησία σάν χῶρο γιά προσωπική του προβολή καί καταξίωση; καί ὅταν στόχο του ἐξώφθαλμο ἔχει νά κάμει καριέρα;

Ἀλήθεια, ἐπῆρε τίποτε ἀπό Ἐκεῖνον, πού γεννήθηκε σέ σπήλαι-ο, καί πέθανε σάν κακοῦργος, καί τάφηκε σέ ξένο τάφο, -ὁ κληρικός, καί πιό πολύ ὁ μοναχός, πού ἀφήνει τήν καρδιά του νά κολλάει στόν πόθο γιά πολυτέλεια, γιά μεγαλεῖα, γιά πλούτη; Εἶναι ποτέ δυνατό, μιά τέτοια ἀσυνέπεια νά θεωρηθῆ συμβατή μέ τήν πίστη, μέ τό μή-νυμα τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ;

• Ὄργανα τῆς πίστης θέλει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί τούς σαρκι-κούς γονεῖς. Θά εἰπεῖς στόν υἱό σου· θά τόν διδάξεις· θά τόν νουθετή-σεις, λέγει ὁ Θεός (Ἐξοδ. 13, 8, 14).

Σήμερα ὅμως ζοῦμε σέ μιά κοινωνία πατροκτονική. Ὁ πατέρας ἀπαγορεύεται νά εἶναι πατέρας· καί ἀκόμη πιό πολύ ἀπαγορεύεται, νά θέλει νά εἶναι πατέρας. Καί αὐτός ὁ δυστυχής, παίρνει τό σύνθημα σάν τάχα σημεῖο προόδου· καί ἀπό τό φόβο μή καί φερθῆ στό παιδί του αὐστηρά, σάν τούς παλαιούς μπαμπάδες, γίνεται λίγο σαχλαμάρας· καί κάνει στά παιδιά του τόν φίλο! Μά τά παιδιά, καί ἰδίως οἱ ἔφηβοι, δέν θέλουν φίλους! Φίλους βρίσκουν. Εὔκολα. Καί ἄνετα!... Πατέρα θέλουν, νά τά μυσταγωγήσει στήν ζωή· νά τούς δώσει νά καταλάβουν σωστά, τί εἶναι ἡ ζωή.

Ἡ σημερινή οἰκογένεια, δέν παραδίνει τίποτε! Τό αἴτημα φρο-ντίδας τῶν γονιῶν γιά τά παιδιά τους, στόν σύγχρονο κόσμο περιορί-ζεται στήν διατροφή, στίς σπουδές, στήν ὑγεία, καί στήν ἐπαγγελματική ἀποκατάσταση.

Τραγική ἡ ἐποχή μας. Ζητεῖ, ἀπό τά παιδιά, νά ἐξελίσσωνται ἀπό βιολογική καί νομική πλευρά, ὅσο τό δυνατό πιό γρήγορα· καί ἀποδοτικά· καί ἀπό τούς γέρους, ὅταν δέν εἶναι πιά παραγωγικοί, ἤ ὅταν εἶναι ἁπλά ἐνοχλητικοί, νά πεθαίνουν μιά ὥρα νωρίτερα· καί, ἄν ἀργοῦν, μέ εὐθανασία! Πῶς νά ἐξελιχθῆ τό παιδί σωστά, ὅταν ὁ πατέ-ρας, ἀντί νά ἐμπιστευθῆ στό παιδί του, ἐφόδιο γιά τήν ζωή του, τήν πίστη στόν Χριστό, ἁπλά τοῦ ἐμπιστεύεται τήν πιστωτική του κάρτα; Καί δείχνει ἔτσι στό παιδί του μυαλά πιό παιδικά ἀπό ὅ,τι ἔχει ἐκεῖνο; Ἀλλά καί τί νά τοῦ παραδώσει, ὅταν ὁ ἴδιος δέν ἔχει τίποτα;

Αὐτές καί ἄλλες χειρότερες σύγχρονες ἀντιλήψεις ἔκαμαν τήν κοινωνία τῆς ἐποχῆς μας πατροκτονική. Τήν κάνουν καί σκοτώνει τήν αὐθεντία τοῦ πατέρα στό σπίτι του, στά παιδιά του.

Καί ἦλθαν τά ἐπεισόδια τοῦ περασμένου Δεκέμβρη. Καί νά οἱ νέοι, οἱ ἔφηβοι τῆς πρώιμης ἐφηβικῆς ἡλικίας, σέ ἐπανάσταση! Διαδη-λώνουν ἀγανάκτηση γιά συμβάντα θλιβερά. Φωνάζουν. Οὐρλιάζουν. Σπάζουν τζάμια. Καῖνε μαγαζιά!

Καί ξεσηκώνεται ἡ «ἐχέφρων» κοινωνία!
- Τά παλιόπαιδα! Πού δέν σέβονται τίποτε!...
Μά γιά σταθῆτε, ἀδελφοί! Γιατί φωνάζετε; Πῶς πρόκυψαν αὐτά τά ἐκδηλώματα; Ἔτσι ξαφνικά; Τί φταῖνε τά παιδιά; Νά εἴμαστε δί-καιοι:

Τά γέννησε μιά κοινωνία πού διδάσκει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται ἀπό τό τίποτε· καί πηγαίνει στό πουθενά!...

Μέ τέτοια φιλοσοφία, τί περιμένατε νά ἔκαναν;
Οἱ κραυγές τῶν παιδιῶν, πού καῖνε καί σπᾶνε, πρέπει νά διαβά-ζωνται ἀπό ἐμᾶς, ὄχι σάν ἀπειλή πού δέν εἶναι, ἀλλά σάν ἱκεσία. Οἱ ἀταξίες τους εἶναι κραυγές πού λένε: Ἀσχοληθῆτε μαζί μας σωστά. Τό ἔχουμε ἀνάγκη. Παραδῶστε μας κάτι! Μιλῆστε μας γιά κάτι πιό πά-νω ἀπό τήν κοιλιά! Εἰπέτε μας, πῶς γεμίζει ἡ καρδιά; πῶς νά ἀγαπᾶμε; τί νά κυττᾶμε;

Δυστυχῶς ὅμως, καί ἐμεῖς οἱ ἀρχιερεῖς, καί οἱ ἱερεῖς, πνευματι-κοί πατέρες, ἀλλά καί σεῖς, ἀδελφοί, βρισκόμαστε φοβερά ἀποπροσανα-τολισμένοι. Σέ λάθος θέση καί στάση. Πάψαμε νά εἴμαστε τό ἁλάτι, ὅπως μᾶς τό ζητάει ὁ Χριστός. Μά ὅταν τό ἁλάτι γίνεται ἄναλο, εἴτε γιατί ἐμεῖς δέν τό βλέπομε πιά (τό ἔργο μας) σάν ἁλάτι τῆς γῆς, εἴτε γιατί ἐμεῖς δέν τό χρησιμοποιοῦμε σάν ἁλάτι τῆς γῆς, τότε ἀντί γιά παρηγορία καί ἐλπίδα, γινόμαστε θλίψη καί ἀπογοήτευση. Καί σάν ἁλάτι ἄναλο, καταντᾶμε χωρίς λόγο ὕπαρξης· ἁλάτι ἄναλο· ἄξιοι βληθῆναι ἔξω καί καταπατεῖσθαι ὑπό τῶν ἀνθρώπων (Ματθ. 5, 13)· σέ ἀμφισβήτηση καί σέ ἀπόρριψη.
* * *


Ἐξοχώτατε κύριε Πρόεδρε,
Μακαριώτατε,
πατέρες, ἀδελφοί.
Λέγει ἕνας σύγχρονος ποιητής-τροβαδοῦρος τῆς ἀνθρωπιᾶς:
«Τό ξέρω, πώς ὅλα χάθηκαν τώρα.
Τό ξέρω, τό κάστρο σου ἔχει καεῖ.
Τό ξέρω, πώς ψάχνεις μιά ἄγνωστη χώρα,
μιά χώρα καινούργια, πού κρύβεται ἐκεῖ,
μετά τό σκοτάδι, μετά τήν σιωπή!...
Καί ὅπως πάλι ἀνοίγει ἡ παλιά πληγή,
ὁ θυμός σέ πνίγει γιά τά χρόνια, πού ἔχουν πιά χαθεῖ».
(Νίκος Πορτοκάλογλου)

Ἐμᾶς, πότε θά μᾶς πνίξει ὁ ἅγιος αὐτός ὁ θυμός γιά τά χρόνια πού ἔχουν χαθῆ;

Πρέπει νά μᾶς πνίξει! Ἀλλοίμονο, ἄν δέν μᾶς πνίξει!
Λέει ἕνας σοφός πρόγονός μας, ὁ μεγάλος φιλόφοφος Πλάτων:
Ὁ ἄνθρωπος, πού δέν ἔχει διάθεση νά κάμει κάτι γιά τίς ἰδέες του, δείχνει ἕνα ἀπό τά δύο: ἤ ὅτι οἱ ἰδέες του δέν ἀξίζουν δεκάρα· ἤ ὅτι ὁ ἴδιος δέν ἀξίζει δεκάρα.

Κάτι δέν πάει καλά. Κάτι πρέπει νά κάμωμε!
Ἀσφαλῶς.
Ἡ συνειδητοποίηση τοῦ προβλήματος εἶναι δεῖγμα γνησιότητας.
Καί ἡ βούληση γιά ἀγώνα γιά ὀρθοπόδηση, εἶναι ζῆλος ἀποστολικός, φρόνημα ἀποστολικό.

Μακαριώτατε,
Καλά ξεκινήσατε τήν ἀρχιεπισκοπική Σας διακονία, μέ τήν βούληση νά εἶσθε, ὄχι ὀργίλος ἐπιτιμητής, ἀλλά πράος ὁμολογητής.

Συνεχίστε. Καί δῶστε τίς κατευθύνσεις, πού χρειάζονται, νά ξα-ναγίνωμε τό ἁλάτι τῆς γῆς· γιά τήν πίστη στόν Χριστό· γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.
 

Πρόσφατα άρθρα